Μουσικά Νέα

Andre Ryder: Ο ελληνικής καταγωγής μεγάλος συνθέτης του αιγυπτιακού κινηματογράφου

today4 Ιανουαρίου 2024

Φόντο
share close

Το όνομα και πολύ περισσότερο το έργο του ελληνο-αιγύπτιου συνθέτη Andre Ryder (1908;-1971) είναι άγνωστο στη χώρα. Κάποιοι, ενδεχομένως, να θυμούνται το ονοματεπώνυμό του από το γεγονός πως είχε υπογράψει τα σάουντρακ σε τέσσερις τουλάχιστον ελληνικές ταινίες, που είχαν γυριστεί στα στούντιο του Καΐρου Nassibian και Νahas, στο πρώτο μισό του ’50 –παραγωγές όλες της αιγυπτιακής Μήλλας Φιλμ–, με τις τρεις απ’ αυτές να είναι, εν τω μεταξύ, πασίγνωστες και πολυαγαπημένες.

Λέμε για τις ταινίες «Ένα Βότσαλο στη Λίμνη…» (1952) σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου, «Δεσποινίς Ετών “39”» (1954) επίσης του Α. Σακελλάριου, «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954) του Μιχάλη Κακογιάννη και «Ο Άνεμος του Μίσους» (1954) του Νίκου Τσιφόρου – με τις μουσικές του Ryder να ακούγονται σε άπασες καταιγιστικές σχεδόν, και σε ορισμένες περιπτώσεις με ιδιοφυώς επεξεργασμένα ελληνικά παραδοσιακά μοτίβα.

Ποιος ήταν, όμως, αυτός ο άνθρωπος, τι είχε πράξει για τον αιγυπτιακό κινηματογράφο και πότε ακριβώς θα γινόταν κάπως περισσότερο γνωστός στη χώρα μας;

Σ’ αυτές τις ταινίες o ελληνοαιγύπτιος συνθέτης υπογράφει τις μουσικές βασικά ως Andre Ryder, ενώ στην ταινία του Κακογιάννη θα υπέγραφε με το κανονικό όνομά του, ως Ανδρέας Αναγνώστης. [Το “Ryder” ήταν μια δική του μετατροπή του αγγλικού “reader” (αναγνώστης), ώστε να έχει ένα καλλιτεχνικό όνομα, γραμμένο με λατινικούς χαρακτήρες, που να θυμίζει το ελληνικό επώνυμό του].

Ποιος ήταν, όμως, αυτός ο άνθρωπος, τι είχε πράξει για τον αιγυπτιακό κινηματογράφο και πότε ακριβώς θα γινόταν κάπως περισσότερο γνωστός στη χώρα μας; Δυστυχώς οι πληροφορίες φθάνουν με το σταγονόμετρο, για όποιον δεν μπορεί να προσπελάσει τα αιγυπτιακά σάιτ. Στην Wikipedia, ας πούμε, διαβάζεις κάποια λίγα και μάλλον τυπικά.

Πως ο Andre Ryder είχε γεννηθεί στην Ελλάδα το 1908, πως κάποια στιγμή, θα βρισκόταν στην Αίγυπτο, δουλεύοντας για το αιγυπτιακό σινεμά, αποκτώντας μάλιστα την αιγυπτιακή υπηκοότητα, σε μεγάλη ηλικία, και λίγο πριν φύγει από τη ζωή, το 1970. Διαβάζουμε επίσης πως είχε συνθέσει σάουντρακ για εξήντα μία αιγυπτιακές ταινίες και για έξι ελληνικές.

Μαθαίνουμε ακόμη πως ο Andre Ryder είχε τιμηθεί με το «παράσημο της δημοκρατίας» από τον τότε πρόεδρο της Αιγύπτου Gamal Abdel Nasser (1918-1970) και πως το τέλος του θα ήταν απρόσμενο, αφού θα τον δολοφονούσαν στο Μπουένος Άιρες, σε κάποια καλλιτεχνική περιοδεία του, στις 5 Μαρτίου 1971 – με την wiki να συμπληρώνει, πως ο Ryder είχε «μαύρη ζώνη» στο τζούντο(!) και πως είχε δεχθεί επίθεση από ληστές, οι οποίοι θα κακοποιούσαν πρώτα τις κυρίες που τον συνόδευαν και πως πάνω στην πάλη (καθότι ο Ryder θα παρενέβαινε) θα τον μαχαίρωναν θανάσιμα.

Περιττό να πούμε πως όλα αυτά τα έχουν γράψει κάποιοι στην wiki, χωρίς να προσκομίσουν τα ανάλογα αποδεικτικά στοιχεία – οπότε δεν είναι υποχρεωτικό να τα παίρνεις όλα τοις μετρητοίς.

Για παράδειγμα, υπάρχουν ποικίλες απόψεις για το πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Andre Ryder και πού. Κάποιοι (Αιγύπτιοι φυσικά) λένε πως είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια το 1914 (φαίνεται πιθανότερο) από έλληνες γονείς βεβαίως, και όχι στην Ελλάδα το 1908 (όπως γράφει η wiki).

Σαν μουσικός, πάντως, ο Andre Ryder φαίνεται πως ξεκινά από το αιγυπτιακό ραδιόφωνο, στα μέσα της δεκαετίας του ’30, συνεχίζοντας αμέσως μετά να προσφέρει τις υπηρεσίες του στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης και στα ξενοδοχεία του Καΐρου, της Αλεξάνδρειας και του Πορτ Σάιντ.

Όλοι συμφωνούν πως ο Andre Ryder είχε αρχίσει την καλλιτεχνική πορεία του παίζοντας διάφορα όργανα, κυρίως τρομπέτα, ακορντεόν και πιάνο σε κλαμπ και θέατρα και πως από ’κει θα τον ανακάλυπτε, μετά τον πόλεμο, ο κινηματογράφος. Όμως και κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν η αγορά της αναψυχής στην βόρεια Αίγυπτο θα εκτοξευόταν, ο Andre Ryder θα εξακολουθούσε να δουλεύει στα καλύτερα κέντρα της εποχής, φθάνοντας μέχρι το περιώνυμο Helmeya Palace (του Καΐρου). Κάποια στιγμή, δε, θα άνοιγε τα φτερά του και προς το εξωτερικό, καθώς θα εμφανιζόταν σε ελβετικά (Γενεύη) και τουρκικά καμπαρέ, αλλά το 1951 θα επέστρεφε, μόνιμα πια, στο Κάιρο.

πηγή: ντοκιμαντέρ του Al Jazeera

Εν τω μεταξύ η παρουσία του στο σινεμά θα συνδεόταν με την μεγάλη αιγύπτια ηθοποιό και τραγουδίστρια Laila Mourad (1918-1995) και την ταινία της “Anbar” (1948), σε σκηνοθεσία Anwar Wagdi (υπάρχει σόλο τρομπέτα στο σάουντρακ και αυτό ανήκει στον Ryder).

Βασικά, αυτό που πιστώνεται στον Andre Ryder, σε σχέση με τον αιγυπτιακό κινηματογράφο του ’50, είναι πως πρώτος εκείνος θα άρχιζε να διαμορφώνει πρωτότυπα μουσικά μοτίβα για τις εγχώριες ταινίες, αφού πιο πριν κυριαρχούσε η μουσική επιμέλεια (συνήθως με δυτικότροπα μοτίβα). Ο Ryder, δηλαδή, και σε σχέση πάντα με τη μουσική, προσδίδει στο σινεμά τής Αιγύπτου έναν δικό του πρωτότυπο χαρακτήρα.

Οι μουσικές του αρχίζουν να αποκτούν φήμη γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’50, και ως πρώτο και παντοτινό αριστούργημά του θεωρείται το σάουντρακ της ταινίας “Doa al Karawan” (1959) του Henry Barakat, με την Faten Hamamah (ως Amna) στον πρωταγωνιστικό ρόλο (για πολλούς, που γνωρίζουν βαθιά το θέμα, πρόκειται απλώς για το κορυφαίο σάουντρακ στην ιστορία του αιγυπτιακού σινεμά).

Επρόκειτο για μια ιστορία έρωτα και προδοσίας, που διαδραματιζόταν στην εξοχή, κάπου στην Άνω Αίγυπτο (που δεν έχει σχέση με την βόρεια Αίγυπτο), με την Amna να σχεδιάζει να εκδικηθεί έναν μηχανικό, που είχε προσβάλει την τιμή τής οικογένειάς της. Έτσι, όταν η αγάπη θα συγκρουσθεί με τα ήθη και έθιμα του τόπου, η ζωή θα μετατραπεί σε τραγωδία… Η ταινία είχε προταθεί τότε από την ΗΑΔ (Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία) για το Oscar “Best Foreign Language Film”, αλλά δεν είχε βρεθεί στην τελική πεντάδα.

Επίσης, από την ίδια εποχή, θεωρείται σημαντικό το σάουντρακ του Andre Ryder για την ταινία τού Ezz El Dine Zulficar “El rajul el thani” (1959). Πρόκειται για ένα crime-drama, στο οποίο ανακατεύονται λαθρέμποροι, δολοφονίες και τραγουδίστριες των καμπαρέ, με τη δίψα για εκδίκηση να κυριαρχεί, οδηγώντας σταδιακά στην τελική διαλεύκανση της ιστορίας. Η μουσική του Andre Ryder, εδώ, είναι συχνά «αγχωτική», με τα χαμηλά» περάσματα να υποβάλλουν.

Βασικά ο Andre Ryder δούλευε μόνος του τα σάουντρακ, ενώ σε κάποια λίγα θα συνεργαζόταν και με δύο μέγιστες μορφές της αραβικής μουσικής, τον Σύριο Farid al-Atrash (μάστερ στο ούτι, συνθέτης, τραγουδιστής και ηθοποιός, που το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής διαδρομής του θα το περνούσε στην Αίγυπτο) και τον αιγύπτιο συνθέτη και τραγουδιστή Mohamed Abdel Wahab.

Η δουλειά του, από τη μια μεριά, περνούσε από πάνω του μ’ έναν συγκεντρωτικό τρόπο, αλλά από την άλλη ενορχήστρωνε για μεγάλες ορχήστρες, συνεργαζόμενος στενά με τους σκηνοθέτες για τη διαμόρφωση όλων των απαραίτητων συναισθηματικών μεταβολών των διαφόρων σκηνών.

Οι μουσικές του Andre Ryder ήταν πλούσιες, και συγχρόνως ικανές να επενδύσουν εντελώς διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, όπως κοινωνικά και ρομαντικά δράματα, και ακόμη ταινίες δράσης, αστυνομικές, πολιτικές και βεβαίως μουσικές. Ακόμη και για ντοκιμαντέρ θα έγραφε μουσικές ο Ryder, ενώ δεν φαίνεται να καταπιάστηκε ποτέ με επενδύσεις ιστορικών ή θρησκευτικών ταινιών – αν και τραγούδια με θρησκευτικό περιεχόμενο θα συνέθετε λίγο πριν από το τέλος της ζωής του.

Οι επιρροές των μουσικών του ήταν, φυσικά, ποίκιλες και ανταποκρίνονταν στον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της αιγυπτιακής κοινωνίας της εποχής.

Στην αρχή, και μέχρι τα μέσα του ’50 περίπου, οι συνθέσεις διαθέτουν, κυρίως, δυτικά στοιχεία, καθώς ο Ryder επιχειρεί να ενσωματώσει σε αυτές μελωδίες και ρυθμούς από samba, mambo, waltz, foxtrot, bolero κ.λπ.

Σάουντρακ μετάβασης θεωρείται εκείνο για την ταινία “Al Hayat… al Hub” (1954) σε σκηνοθεσία Saifuddin Shawkat – κυρίως, γιατί εδώ η μουσική του Ryder αποκτά πιο συνεκτικά χαρακτηριστικά σε σχέση με την δραματική ενότητα και την αποτύπωση όλων των συναισθηματικών μεταπτώσεων των πρωταγωνιστών, με το μήνυμα να αγγίζει το κοινό τόσο οπτικά, όσο και ηχητικά.

Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’60 ο Andre Ryder θα είχε ολοκληρώσει το προσωπικό στυλ του, που θα ήταν ένας συνδυασμός κλασικών δυτικών και ανατολίτικων τεχνοτροπιών, αφού πλέον μπορούσε να «παίζει» και με τα μακάμια, ενώ μετά το 1965 νέα μοντέρνα στοιχεία θα εμφανίζονταν στις μουσικές του, που θα αποκτούσαν έτσι άλλον «αέρα», πιο δραματικό, επικό και… ευρωπαϊκό. Χαρακτηριστική η επένδυσή του στο δράμα τού Houssam El-Din Mustafa “El Saman Wal Karif” από το 1967…

Ο Andre Ryder είχε ασχοληθεί και με το τραγούδι. Προσωπικά, θα άκουγα για πρώτη φορά κάτι δικό του κάποια στιγμή στα μέσα των 2000s, όταν είχε πέσει στα χέρια μου το ελληνικό LP “Egypt / A Holiday Souvenir”, που είχε τυπώσει η δική μας EMI, το 1975, για λογαριασμό της αιγυπτιακής Sono Cairo.

Το LP εκείνο ήταν μια τουριστική συλλογή, που περιλάμβανε τραγούδια με τον Mohamed Abdel Wahab, το θαυμάσιο “Amber of the Nile” του σπουδαίου τζαζίστα (και συνεργάτη του Sun Ra) Salah Ragab και ακόμη, ανάμεσα σε άλλα, το περίφημο, εξ όσων θα αντιλαμβανόμουν στην πορεία, “Take me back to Cairo” του Andre Ryder (στο label θα αναγραφόταν ως Rayder) από το 1961, με ερμηνευτή και στιχουργό τον Karim Soukry.

Το τραγούδι αυτό θεωρείται ως ένα από τα κορυφαία «ελαφρά» αιγυπτιακά της δεκαετίας του ’60 και είναι πλέον κλασικό, αφού το έχουν διασκευάσει αρκετοί και όχι μόνον Αιγύπτιοι (ο Άγγλος μαέστρος Frank Chacksfield φερ’ ειπείν).

Επίσης ο Andre Ryder θα διακρινόταν και ως ενορχηστρωτής – και η δουλειά του αυτή θεωρείται επίσης άκρως σημαντική, για την αιγυπτιακή και γενικότερα την αραβική μουσική, αφού θα είχε την επιμέλεια σημαντικών τραγουδιών που θα απέδιδαν ο Mohamed Abdel Wahab, ο Abdel Halim Hafez, η Fayza Ahmed κ.ά.

Ίσως η κορυφαία προσφορά τού A. Ryder σ’ αυτόν τον τομέα να ήταν η ενορχήστρωση που θα επεφύλασσε στο τραγούδι-ποταμός “El-woud” του μεγάλου σουδανού (νούβιου) ερμηνευτή Muhammed Wardi (1932-2012), που θεωρείται, μέχρι και σήμερα, ως ένα από τα αριστουργήματα της σουδανικής μουσικής.

Ο Wardi ερμήνευε τόσο στα αραβικά όσο και στις νουβικές γλώσσες, με τα τραγούδια να αναφέρονται σε θέματα που σχετίζονταν με την αγάπη, το ρομαντισμό, τη λαϊκή κληρονομιά, μα ακόμη και με τον πατριωτισμό και την επανάσταση – καθώς ο Wardi ήταν κομμουνιστής και μέλος του Σουδανικού Κομμουνιστικού Κόμματος (του μεγαλύτερου, τότε, στην Αφρική, αλλά κι ένα από τα μεγαλύτερα στον αραβικό κόσμο, μαζί με το αντίστοιχο Ιρακινό). Ο Wardi είχε οδηγηθεί στη φυλακή για τις ιδέες του, ενώ είχε εξοριστεί κιόλας από τη χώρα. Η συνεργασία του, δε, με τον Andre Ryder υπήρξε συγκλονιστική και όποιος βρει το χρόνο για ν’ ακούσει το 20λεπτο “El-woud” είναι σίγουρο πως στο τέλος θα ανταμειφθεί…

Ο Ryder είχε συνδεθεί στενά με το καθεστώς του Gamal Abdel Nasser, διευθύνοντας όλες τις εκδηλώσεις εορτασμού της επανάστασης του 1952 (όταν ανατράπηκε το μοναρχικό καθεστώς του Farouk) και ενορχηστρώνοντας τον εθνικό ύμνο της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας (ΗΑΔ) “Walla zaman ya selahy” (μουσική: Kamal Al-Taweel, στίχοι: Salah Jahin), που θα παρέμενε εθνικός ύμνος της Αιγύπτου μέχρι το 1979. (Η ΗΑΔ υπήρξε κρατική οντότητα από το 1958 έως το 1961, αποτελούμενη από την Αίγυπτο, τη Λωρίδα της Γάζας και τη Συρία, με την Αίγυπτο να χρησιμοποιεί την ονομασία ΗΑΔ έως το 1971).

Το 1964 το καθεστώς Nasser θα τιμούσε τον Andre Ryder με το «παράσημο της αξίας στις Τέχνες», ενώ το 1970 θα του απονεμόταν και η αιγυπτιακή υπηκοότητα. Όταν ο Nasser θα πέθαινε ξαφνικά, στις 28 Σεπτεμβρίου 1970, ο Andre Ryder θα εμπνεόταν από τον θάνατό του γράφοντας νέα κομμάτια.

Ο τρανός αιγυπτιώτης συνθέτης συμμετείχε, εν τω μεταξύ και σε κάμποσα διεθνή φεστιβάλ ελαφρού τραγουδιού εκείνα τα χρόνια, όπως της Βαρκελώνης, του Τόκιο (με την Aida Al Shaer), μα και της Αθήνας – και αναφερόμαστε βεβαίως στις Ολυμπιάδες Τραγουδιού. Και θα ήταν τότε, με εκείνες τις αφορμές, όταν ο Andre Ryder θα επισκεπτόταν για πρώτη φορά, επίσημα, την Ελλάδα.

Έτσι, στην 1η Ολυμπιάδα Τραγουδιού, που θα λάβαινε χώρα στο Παναθηναϊκό Στάδιο το τριήμερο 26-28 Ιουλίου 1968, η Αίγυπτος θα αντιπροσωπευόταν με το τραγούδι «Πού είναι η αγάπη;», που είχαν γράψει ο Andre Ryder (μουσική) και ο Hussein El-Sayed (στίχοι) και το οποίο θα ερμήνευε ο Samir Iskandarani (στα αραβικά φυσικά). Λογικά ο Andre Ryder ήταν τότε στην Αθήνα.

Όμως και στην 2α Ολυμπιάδα Τραγουδιού, ξανά στο Παναθηναϊκό Στάδιο το τριήμερο 27-29 Ιουνίου 1969, η Αίγυπτος θα αντιπροσωπευόταν και πάλι από ένα τραγούδι των Andre Ryder και Hussein El-Sayed, που είχε τίτλο «Το μήλο» και που θα ερμηνευόταν από την σπουδαία τραγουδίστρια Cherifa Fadel (1938-2023). Τότε ο Ryder ήταν σίγουρα στην Αθήνα. Μάλιστα η «Εβδομαδιαία Αίγυπτος» (έκδοση της εφημερίδας «Ταχυδρόμος της Αλεξανδρείας») θα είχε σχετική ανταπόκριση από την ελληνική πρωτεύουσα στην πρώτη σελίδα της (12 Ιουλίου 1969), στην οποία διαβάζουμε:

«Η συμμετοχή των αιγυπτίων καλλιτεχνών εις την Β Ολυμπιάδα ελαφρού τραγουδιού υπήρξε λαμπροτάτη. Η αραβική ομάς απαρτίζετο από την μεγάλη τραγουδίστρια Σερίφα Φάντελ, τον μουσουργό Αντρέ Ράυντερ, ο οποίος ως γνωστόν είναι Έλλην, γεννηθείς εις την Αλεξάνδρειαν, ονομαζόμενος Ανδρέας Αναγνώστης, και τον στιχουργόν Χουσέν Ελ Σάγιεντ. Το κοινό, που νοιώθει θερμότερα τους καλλιτέχνας, εχειροκρότησε με πολύ ενθουσιασμό την Σερίφα Φάντελ, που τραγούδησε με καλλιτεχνική έξαρσι το αραβικό τραγούδι “Το μήλο”. Οι Αιγύπτιοι καλλιτέχναι αν και δεν εβραβεύθησαν, υπογράμμισαν με την αξία τους την προσωπικότητά τους και επέβαλαν αισθητικώς το αραβικό τραγούδι. Επωφεληθήκαμε τυχαίας συναντήσεώς μας μετά του μουσουργού Αντρέ Ράυντερ θέσαντες εις αυτόν ερωτήσεις».

Ακολουθεί μία μικρή συνέντευξη του Andre Ryder στην «Εβδομαδιαία Αίγυπτος», από τις ημέρες της Ολυμπιάδας Τραγουδιού:

— Πώς ήταν γενικώς η ατμόσφαιρα στην Αθήνα;

Η Σερίφα Φάντελ είναι κατενθουσιασμένη και ξετρελαμένη από την ομορφιά τής Ελλάδος, την οποία επισκέφθηκε για πρώτη φορά. Τώρα θα ήθελε να την επισκεφθεί άλλες χίλιες. Το φεστιβάλ την εντυπωσίασε τόσο πολύ, ώστε όταν επιστρέψει στο Κάιρο σκοπεύει να εισηγηθεί στον υπουργό Εθνικού Προσανατολισμού, ή σε οιονδήποτε άλλον αρμόδιο, όπως και στην Αίγυπτο να λαμβάνει χώρα, κάθε έτος, μια τόσο μεγαλοπρεπής και σκόπιμος διεθνής καλλιτεχνική εκδήλωσις.

— Δύναται το αραβικό τραγούδι να συγκυριαρχήσει με τα μοντέρνα ξένα τραγούδια, όπως το αμερικάνικο, το ιταλικό, το ισπανικό, το γαλλικό κ.λπ.;

Και το ωραιότερο τραγούδι του κόσμου δεν έχει καμία αξία, αν δεν παρουσιασθεί με μαεστρία. Άρα οι χώρες που διαθέτουν τα μεγαλύτερα μέσα λανσαρίσματος θα κατορθώνουν πάντοτε να υπερισχύουν. Γενικώς, το κοινό χειροκροτεί εκείνο το οποίον αντιλαμβάνεται. Η μουσική αντίληψις του κοινού είναι βασισμένη στη μουσική του καλλιέργεια. Μονάχα μία ελίτ καλλιεργημένων ανθρώπων έχει ανώτερη μουσική αντίληψι και το μεγάλο κοινό είναι παντού, σε όλες τις χώρες, μουσικώς «α(δια)μόρφωτο».

— Ποιους θεωρείτε μεγάλους άραβες τραγουδιστές;

Η Ομ Καλσούμ είναι η μεγάλη και η ανυπέρβλητη βεντέτα της Αιγύπτου. Έχουμε όμως και τους πολύ διάσημους τραγουδιστές Φαρίντ Ελ Ατράς και Αβδέλ Ουαχάμπ, μα και το καινούριο μεγάλο αστέρι την Σερίφα Φάντελ, η οποία θα εντυπωσίαζε τους ξένους συναδέλφους την, στην Αθήνα, όπως την Αμάλια Ροντρίγκεζ κ.ά. (σ.σ. η Amália Rodrigues θα εμφανιζόταν ως guest στην 2α Ολυμπιάδα Τραγουδιού).

Το όνομα και η φήμη του Andre Ryder δεν θα ξεθώριαζε με τα χρόνια. Απεναντίας, και με κάθε ευκαιρία, το έργο του θα βρισκόταν ξανά στο προσκήνιο και την επικαιρότητα. Έτσι με τη συμπλήρωση των 100 ετών της Τέχνης του κινηματογράφου στην Αίγυπτο, το 1996, ο Andre Ryder θα μνημονευόταν για το καλύτερο σάουντρακ, όλων των εποχών, του αιγυπτιακού σινεμά, που δεν θα μπορούσε να ήταν άλλο από εκείνο για την ταινία “Doa al Karawan” (1959) του Henry Barakat.

Το 2019 θα κυκλοφορούσε στην Αίγυπτο το βιβλίο τής Rasha Tamoum “Andre Ryder” [Luxor Film Festival], ενώ όπως διαβάζουμε στο άρθρο τού Γιάννη Μελαχροινούδη «Andrea Ryder: ο γνωστός άγνωστος Αιγυπτιώτης μουσικοσυνθέτης», ανεβασμένο στον ιστότοπο της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου, η μεγάλη αραβόφωνη εφημερίδα Al Ahram, στις 3 Μαΐου 2021, θα είχε 4στηλο αφιέρωμα, στη δεύτερη σελίδα της, στον Andre Ryder, με αφορμή την πεντηκοστή επέτειο από το θάνατό του.

Ενδεικτικά είναι όλα αυτά, γιατί οι τιμητικές εκδηλώσεις για τον μεγάλο αυτόν δημιουργό είναι συνεχείς στην Αίγυπτο (ας ευχηθούμε κάποια στιγμή να γίνει κάτι και στην Ελλάδα), όπως βλέπουμε και σ’ αυτό το έξοχο βίντεο με τη μουσική τού Andre Ryder από την ταινία “Doa al Karawan” του 1959 – παρουσιασμένη από σημερινή ορχήστρα υπό την διεύθυνση του Nader Abbasi. Μοναδικός συνδυασμός ανατολίτικων και δυτικών θεμάτων και μια σύνθεση, απλώς, συγκλονιστική!

Συντάχθηκε από: media+

Rate it
0%